Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

To γονιδίωμα του Φαναριωτισμού και το καθήκον του σημερινού εθνικοσοσιαλιστή



Όπως έχει αντιληφθεί οιοσδήποτε υποτυπωδώς νοήμων συμπολίτης μας, το ελληνικό έθνος έχει περιπέσει σε έναν άνευ προηγουμένου ξεπεσμό. Για την συντριπτική πλειονότητα της ανελλήνιστης και ημιμαθούς μάζας, που συνθέτει το κοινωνικό σύνολο μέσα στο οποίο διαβιούμε, όλες αυτές οι αλλαγές συντελούνται ανεπαίσθητα. Για το υποσύνολο αυτής της κοινωνίας, το οποίο λαμβάνει μία επαρκή ενημέρωση περί των κοινωνικοπολιτικών τεκταινομένων, το κατοχικό κράτος έχει φροντίσει με αριστουργηματική επιδεξιότητα να σερβίρει την ημερήσια ειδησεογραφία με το δύσοσμο άρωμα της «πολιτικής ορθότητας». Το άρωμα αυτό είναι τόσο έντονο, διαχυτικό και παρελκυστικό που παραλύει και την τελευταία ικμάδα νοητικής λειτουργικότητας που έχει απομείνει σε αυτό το αξιοθρήνητο πληθυσμιακό συνονθύλευμα. Ο αποχαυνωμένος νεοέλληνας – εν πλήρει αγνοία του – καθίσταται έτσι παθητικός συνένοχος στην κοινωνική του εξαθλίωση και την βαθμιαία φυλετική του εξασθένηση.

Μια άλλη κατηγορία πολιτών δείχνει να εκπλήσσεται δυσάρεστα έχοντας έρθει αιφνιδίως προ τετελεσμένων γεγονότων.  Δέχεται τα πρώτα σοκαριστικά χαστούκια την στιγμή που το τερατώδες κράτος βγάζει σιγά-σιγά την φιλοτεχνημένη μάσκα της εξευρωπαϊσμένης κοινοβουλευτικής ευπρέπειας, δείχνοντας με σαρδόνιο χαμόγελο το αληθινό, αμείλικτο πρόσωπό του. Είναι η κατηγορία που αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι η οικονομική κρίση και τα νεομαρξιστικά δόγματα που απροκάλυπτα τού ξετυλίγονται, δεν είναι κάποια ευκαταφρόνητα σημεία των καιρών – είναι η νέα πραγματικότητα που τού επιφυλάσσει το κράτος που τον καταδυναστεύει. Τότε, οι απατηλές ψευδαισθήσεις για την «έμμεση δημοκρατία των αντιπροσώπων» καταρρίπτονται και έπεται το αντίκρισμα της πραγματικότητας που τόσο καιρό ήταν αθέατη και υφέρπουσα.

Αυτή η κατηγορία των οψίμως αφυπνισθέντων δεν θα αγωνιστεί ποτέ έμπρακτα για την αποκατάσταση της διασαλευθείσης τάξεως. Έχοντας σφυρηλατήσει επί σειρά ετών ατομοκεντρική συνείδηση ωχαδερφισμού και «φτηνού» οπορτουνισμού, θα μεριμνήσει απλώς για την επαναπροσαρμογή στα νέα δεδομένα. Θα διευρύνει τον ωφελιμιστικό κύκλο επαφών του με τους νεοεκλεγέντες πολιτικούς φωστήρες που ίσως να του διασφαλίσουν ένα πιο ευοίωνο μέλλον. Δεν θα τολμήσει ποτέ να εξωτερικεύσει τους προβληματισμούς του. Και μόνο η ιδέα των politically incorrect ετικετών των οποίων μπορεί να γίνει αποδέκτης, επαρκεί για να τον λούσει κρύος ιδρώτας παράλυσης. Στο κάτω-κάτω της γραφής, ακόμα και αν δεν καρποφορήσουν οι εν Ελλάδι φιλοδοξίες του, υπάρχει η λύση του ελκυστικού και πολλά υποσχόμενου «εξωτερικού» όπου έχουν βρει καταφύγιο τόσοι και τόσοι…

Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τρέφουμε αυταπάτες περί ενδεχόμενου ξαφνικού ριζοσπαστισμού των μαζών. Το γονιδίωμα της υποτέλειας και του συμβιβασμού, ένα από τα κληροδοτούμενα ελαττώματα της οθωμανοκρατούμενης προς την συγκαιρινή Ελλάδα, έχει παραμείνει δυστυχώς άφθαρτο και αναλλοίωτο. Οι βιολογικοί και πολιτικοί επίγονοι των πάλαι ποτέ κοτζαμπάσηδων εκμεταλλευτών βρίσκονται μέχρι και σήμερα στις πιο νευραλγικές θέσεις του κρατικού μηχανισμού, σκορπώντας υποσχέσεις και αφαιμάζοντας ό,τι βρουν στο ατέρμον κερδοσκοπικό τους διάβα, πατώντας πάνω στην προθυμία του ατομιστή πολίτη να ανεχθεί και να ξεπουλήσει τα πάντα έναντι κάποιου υλικού ή εργασιακού ανταλλάγματος. Και όλα αυτά σε αγαστή σύμπνοια με τα φερέφωνα και τα ενεργούμενα της ξενοκρατίας.

Όταν οι μειοψηφικές φωνές των «αλόγιστων» επαναστατών άρχισαν να αντηχούν στεντόρεια αφυπνίζοντας συνειδήσεις, το συμβιβαστικό κομμάτι του πληθυσμού έβρισκε πάντα τις κίβδηλες δικαιολογίες και τα πείσμονα αντεπιχειρήματα για κατευνασμό και «εχέφρονα διάθεση». Τι πραγματικά έχει αλλάξει μέχρι σήμερα άραγε; Η δειλία και η ενσυνείδητη υποτέλεια του φαναριωτισμού εμφωλεύει όλο και οξύτερα σαν γάγγραινα στις ψυχές των νεοελλήνων .

Όπως έχει επισημάνει ο ψυχοκοινωνιολόγος Gustave Le Bon στο πασίγνωστο έργο του, «Η ψυχολογία των Όχλων», για να επισυμβεί μία κοινωνική επανάσταση πρέπει πρώτα να ωριμάσουν οι συνθήκες διεξαγωγής της, ώστε να επέλθει το κατάλληλο momentum της ιστορικής της συνθήκης. Οι συνθήκες αυτές ισοδυναμούν με υψηλές στερήσεις, κατακόρυφη πτώση του βιοτικού επιπέδου και πρωτοφανή αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού. Όσο τα εργασιακά δεδουλευμένα του «σήμερα» επαρκούν – έστω και οριακά – για την κάλυψη διατροφικών αναγκών, για μια βόλτα σε μία πολυσύχναστη καφετέρια, για μια εγγραφή στο συνοικιακό γυμναστήριο, μια επίσκεψη στο κομμωτήριο και μία τριήμερη εξόρμηση μακριά από το άστυ, ο χειμαζόμενος πληθυσμός δεν θα μπει, όχι στην έμπρακτη διαδικασία, αλλά ούτε καν στην σκέψη μιας ολομέτωπης ρήξης με το πασιφανώς εχθρικό κράτος.

Μέσα σε αυτά τα δεδομένα, οι Έλληνες εθνικοσοσιαλιστές, οι μόνοι που μπορούν να ανέλθουν πάνω από την υλική αντιμετώπιση του βίου και να ενατενίσουν το ηθικό και πολιτικό χρέος απέναντι στο αιώνιο δέντρο της φυλής, έχουν το ιστορικό καθήκον να πυροδοτήσουν την υφέρπουσα κοινωνική οργή σχηματοποιώντας την σε ένα απροσπέλαστο και χειμαρρώδες κύμα λαϊκού ξεσπάσματος. Να εισδύσουν στις ρωγμές του κρατικού μηχανισμού και να τον παραλύσουν. Να μορφοποιήσουν το υφέρπον λαϊκό μίσος σε γκρέμισμα του σαθρού και χτίσιμο του υγιούς.

Γιατί, μέσα από την νόσο στην οποία έχει βουτήξει η κοινωνία, μόνο ο Εθνικοσοσιαλισμός μπορεί να την ανασύρει, και τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει μια Ιδέα της οποίας ο καιρός έχει έλθει.

Στέλιος Λ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Πολεμιστές της Ευρώπης: Michael Wittmann και Balthazar Woll

Η Ευρώπη είναι η πατρίδα της Λευκής Άριας Φυλής και η ιστορία της Ευρώπης είναι στολισμένη με αμέτρητα παραδεί...